Πέμπτη 10 Ιανουαρίου 2008

Αλλάζεις, αλλά ζεις?


Χρόνος, γλύπτης των ανθρώπων παράφορος...


Κοιτάς στον καθρέφτη και ταξιδεύεις! Βλέπεις τότε που φώναζες χαρούμενα "Μπαμπακι ζε σελω λολολαδα". Σε βλέπεις να τρέχεις στους δρόμους, στις πλατείες, στις παραλίες. Τοτε που έβαζες το φορεμα της μαμάς και προσπαθούσες να περπατήσεις με τα λιλιπούτεια ποδαράκια σου μέσα στις γόβες μιας άλλης γενιάς. Ένα παιδί ακοινώνητο. Ντροπαλό ή ιδιόρρυθμο? Αναρωτιέσαι... Θυμάσαι τα παιδικά πάρτυ. Ντροπαλή κι αμίλητη συνήθως σε μια άκρη. Ευτυχώς δεν κοκκίνιζες σκέφτεσαι. Ο καθρέφτης θολώσε. Ανοιγοκλέινεις τα μάτια σου. Το κοριτσάκι με τις μπούκλες χάθηκε. Ανοιγοκλείνεις τα μάτια πάλι. Βλέπεις ένα πρόσωπο ξένο. Κάτι λαμπιρίζει στο μάγουλο του. Κι όμως το γνωρίζεις. Άλλαξες πολύ σκέφτεσαι...
-Ναι, άλλαξα. Γιατί?
Σπας τον καθρέφτη πιστεύοντας ότι θα σκοτώσεις τον ξένο εαυτό σου!
Γελιέσαι...
Το ξέρεις...

Οξύμωρο κάπου το Νοέμβρη...

Ώρες, λεπτά, δευτερόλεπτα που νιώθεις να πλυμμηρίζεις από ευτυχία. Σα να μη ζητάς τίποτα άλλο από τη ζωή. Ζεις την αγάπη σε μία απο τις ωραιότερες μορφές της. Είναι οι άλλοι καλά, είσαι κι εσύ. Χαίρονται όλοι με την χαρά του άλλου. Και η πρόσθεση γίνεται πολλαπλασιασμός και ο πολλαπλασιασμός δύναμη και η χαρά μια ατέλειωτη ευτυχία. Μα εκεί που ξεχειλίζει η καρδιά βρίσκεται ένα μικρο κενό. Χαίρεσαι με τη ευτυχία του, στεναχωριέσαι με τη λύπη του. Ευτυχία από απλα πράγματα. Λύπη απο δυσχέρειες και κινδύνους. Τότε είναι που η στεναχώρια πνίγει τη χαρά, το μαύρο διαδέχεται το λευκό. Είναι η στιγμή που ένας κόμπος ανεβαίνει στο λειμό, τα μάτια τσούζουν, τα γυαλιά θολώνουν κι ύστερα τα μάγουλα μουσκεύουν. Και μια ψυχολογία καταρρέει, η χαρά των ωρών, των λεπτών, των δευτερολέπτων διαγραφεται σε δευτερόλεπτα. Κι ύστερα... Καληνύχτα...